Ο Francis Kéré –αρχιτέκτονας, εκπαιδευτικός, κοινωνικός ακτιβι¬στής– είναι ο νικητής του βραβείου αρχιτεκτονικής Pritzker για το 2022. Γεννημένος στην Μπουρκίνα Φάσο, είναι βραβευμένος με το βραβείο "Aga Khan" το 2004 και έχει σχεδιάσει το διάσημο περίπτερο Serpentine Pavilion το 2017. Είναι ο πρώτος Αφρικανός που κερδίζει το συγκεκριμένο βραβείο, το οποίο θεσπίστηκε το 1979 κι έκτοτε θεωρείται η μεγαλύτερη διάκριση στον τομέα της αρχιτεκτονικής.
Απέκτησε την πρώτη αίσθηση του αρχιτέκτονα από την παιδική του τάξη, που δεν είχε αερισμό και φως, αλλά και από ένα μικρό, με λίγο φως, αλλά ασφαλή χώρο, μέσα στον οποίο η γιαγιά του του έλεγε ιστορίες. Το 1998 ίδρυσε το ίδρυμα "Kéré" για να συγκεντρώσει χρή¬ματα και να υπερασπιστεί το δικαίωμα των παιδιών σε μια άνετη τάξη. Το πρώτο του κτίριο, το δημοτικό σχολείο "Gando", το 2001, χτίστηκε από και για τους ντόπιους, οι οποίοι κατασκεύασαν κάθε μέρος του με το χέρι, με οδηγό τις "εφευρετικές μορφές εγχώριων υλικών και τη σύγχρονη μηχανική" του αρχιτέκτονα. Ξεκίνησε το δικό του γραφείο Kéré Architecture, στο Βερολίνο της Γερμανίας, το 2005. Με πρώτη ύλη τοπικά υλικά αντί για εισαγόμενα, το γραφείο του Kéré Architecture προτείνει ένα διαφορετικό όραμα αρχιτεκτονικής, που ανταποκρίνεται στην κλιματική κρίση.
Άλλα βραβεία, με τα οποία έχει τιμηθεί, είναι το "Cité de l' Architecture et du Patrimoine" για τη βιώσιμη αρχιτεκτονική (2009), το "BSI Swiss Architectural Award" (2010), τα "Global Holcim Awards Gold" (2012, Ζυρίχη, Ελβετία), το "Schelling Architecture Award" (2014), το "Memorial Prize Arnold W Brunner" από την Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών & Γραμμάτων (2017) και το "Μετάλλιο του Ιδρύματος Thomas Jefferson" (2021).
Ολόκληρο το έργο του Francis Kéré δείχνει τη δύναμη της υλικότη¬τας, που έχει τις ρίζες από τον τόπο του. Τα κτίριά του έχουν άμεση σχέση με τις κοινότητες που θα τα κατοικήσουν όσον αφορά στην κατασκευή τους, στα υλικά τους, στα προγράμματά τους, αλλά και στους μοναδικούς χαρακτήρες τους. Ακόμη, υπενθυμίζει τον απαραί¬τητο αγώνα για την αλλαγή των μη βιώσιμων προτύπων παραγωγής και κατανάλωσης, με διαρκή προσπάθεια παροχής επαρκών κτιρίων και υποδομών για δισεκατομμύρια ανθρώπους που έχουν ανάγκη, με αναφορά στις παραδόσεις, στις ανάγκες και στα έθιμα κάθε χώρας.

 

Το αρχιτεκτονικό γραφείο doxiadis+ σχεδίασε ένα σύγχρονο πάρκο πραγματοποιώντας το όραμα της εταιρείας "Lamda Development" και ολοκληρώνοντας έτσι το πρώτο έργο στην περιοχή του Ελληνικού. Σύμφωνα και με τον ιδρυτή των doxiadis+ Θωμά Δοξιάδη, το "Experience Park" έχει στον πυρήνα την έννοια της συμβίωσης, δηλαδή την ικανοποίηση των αναγκών τόσο του ανθρώπου, όσο και της φύσης, ώστε και οι δύο κόσμοι να είναι υγιείς και να αλληλοσυμπληρώνονται σε ένα πλαίσιο αρμονικής συνύπαρξης, εξασφαλίζοντας έτσι τη μελλοντική ευημερία του πλανήτη.
Βασισμένο σε βιοφιλικές αρχές σχεδιασμού, το νέο πάρκο στο Ελληνικό, έκτασης 75 στρεμμάτων, αποτελεί μέρος του Μητροπολιτικού Πάρκου του Ελληνικού, στο χώρο του πρώην διεθνούς αεροδρομίου της Αθήνας, όπου δεσπόζουν τα τρία υπόστεγα της Πολεμικής Αεροπορίας, τα οποία είναι χαρακτηρισμένα από το Υπουργείο Πολιτισμού ως νεότερα μνημεία. Περιλαμβάνει περισσότερα από 500 δέντρα και 50.000 φυτά, τέσσερις πλατείες, και τέσσερις διαφορετικές περιοχές πρασίνου. Το πάρκο διατηρεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα όμορφα στοιχεία του αεροδρομίου, τόσο τα φυσικά, όσο και τα δομημένα, δημιουργώντας ένα πλαίσιο διαλόγου, ανάδειξης και ανακάλυψης των επί μέρους χαρακτηριστικών του.
Η μοναδικότητα του έργου είναι εμφανής από τη διαχείριση του εδάφους, το οποίο διατηρείται και εμπλουτίζεται για να γίνει πιο γόνιμο, ενώ τα φυτά και τα δέντρα παραμένουν και συμπληρώνονται με ιθαγενή, που φανερώνουν την ομορφιά της αττικής φύσης. Τα παλαιά δάπεδα διατηρούνται σε μεγάλο μέρος και αναδεικνύονται με φροντίδα, ενώ κομμάτια που αφαιρούνται μετατρέπονται σε μικρές εκπλήξεις. Τέλος, μικρά, νέα κτίρια κατασκευάζονται από ελαφρά και οικολογικά υλικά, μειώνοντας έτσι τις εκπομπές άνθρακα από την κατασκευή του πάρκου, μέσω της μέγιστης δυνατής επανάχρησης και φροντίζοντας αυτό να είναι λειτουργικό και σε θερμότερο κλίμα.
Χαρακτηριστικό είναι το στοιχείο του νερού, μελετημένο σε συνεργασία με την εταιρεία "Fontana Fountains", ενώ η παιδική χαρά αποτελεί έναν διαφορετικό για τα δεδομένα πόλο έλξης για μικρούς και μεγάλους.

ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΕΦΑΡΜΟΓΗ;

Το ξύλο είναι ένα φυσικό υλικό, θερμομονωτικό, με μεγάλη αισθητική αξία, διαθέσιμο σε πολλούς συνδυασμούς χρωμάτων και σχεδίασης, "ζεστό" με ιδιαίτερη αίσθηση στην αφή, με εξαιρετικές μηχανικές ιδιότητες, καθώς επίσης, οικολογικό και ανανεώσιμο. Γενικότερα, τόσο σε εξωτερικές, όσο και εσωτερικές εφαρμογές, σε κατοικίες και επαγγελματικούς χώρους, σε χώρους διασκέδασης και αναψυχής, το ξύλο χρησιμοποιείται πάρα πολύ. Τα διαθέσιμα είδη ξυλείας στην αγορά –σήμερα κυρίως εισαγόμενα– είναι πολλά και η επιλογή του κατάλληλου τύπου ανά εφαρμογή είναι ιδιαίτερα σημαντική.

Αειφόρος σχεδιασμός, νέα υλικά και προηγμένη τεχνολογία συνθέτουν τη δημιουργία της οργανικής μορφής του νέου τροπικού θερμοκηπίου του πανεπιστημίου Aarhus της Δανίας. Ο χαρακτηριστικός διαφανής θόλος είναι κατασκευασμένος με "μαξιλάρια" αέρα από φθοροπολυμερή φύλλα (ΕΤFΕ ethylene tetrafluoroethylene), που εσωτερικά φέρουν σύστημα σκίασης. Το πολυμερές ΕΤFΕ συγκρινόμενο με το γυαλί, έχει μόλις το 1% του βάρους του, επιτρέπει τη διέλευση περισσότερου φωτός, είναι καλύτερο μονωτικό και η εγκατάστασή του κοστίζει 24% - 70% λιγότερο. Είναι επίσης ελαστικό (ικανό να αντέξει 400 φορές το βάρος του, με μια κατ' εκτίμηση διάρκεια ζωής 50 ετών), αυτοκαθαριζόμενο (οι ρύποι γλιστρούν στην αντικολλητική επιφάνειά του) και ανακυκλώσιμο. Στη νότια πλευρά του κτιρίου, τα μαξιλάρια κατασκευάστηκαν από τρεις επάλληλες στρώσεις / φύλλα, τα δύο εκ των οποίων φέρουν ένα τύπωμα. Μέσω αλλαγών στην πίεση, οι σχετικές θέσεις των τυπωμένων φύλλων μπορεί να ρυθμιστούν. Έτσι, μπορεί να μειώθει ή να αυξήθει η διαύγεια των μαξιλαριών, αλλάζοντας την εισροή φυσικού φωτός και θερμότητας στο εσωτερικό του θερμοκηπίου.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ: C.F. MØLLER ARCHITECTS

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: KRISTIN MENGEL

0 moller thermokipio

Με τη γεωμετρία της, η κατοικία ̎Sunflower House̎ συγκεντρώνει μια πληθώρα διαφορετικών θεάσεων και δημιουργεί ξεχωριστούς χώρους, οι οποίοι ενοποιούνται για την πληρότητα του έργου.

Φωτογραφίες: Sandra Pereznieto

Βασικές αρχές σχεδιασμού κατά την ανακαίνιση της κατοικίας Mas Nil στην Ισπανία αποτέλεσαν η διατήρηση της υφιστάμενης κατασκευής πέτρας και ξύλου, με τεχνικές ενίσχυσης, σε γήινες αποχρώσεις.
Φωτογραφία: Jose Hevia

Το αρχιτεκτονικό γραφείο Zaha Hadid Architects δημιούργησε μία εικονική πόλη στο ανερχόμενο μετασύμπαν εικονικών κόσμων ″metaverse″, με το όνομα ″Liberland Metaverse″, ενός αυτοαποκαλούμενου μοναρχικού μικροκράτους, το οποίο διεκδικεί ένα τεμάχιο γης στη δυτική όχθη του ποταμού Δούναβη, ανάμεσα στην Κροατία και στη Σερβία.
Η ″Liberland Metaverse″ θα λειτουργεί ως ελεύθερο βασίλειο εικονικής πραγματικότητας, ενώ οι άνθρωποι θα μπορούν να εισέλθουν σε αυτήν και να μπουν σε ψηφιακά κτίρια, που σχεδιάστηκαν από τους ΖΗΑ, όπως ένα δημαρχείο, μία πλατεία και ένα εκθεσιακό κέντρο, ως άβαταρ. Όλα τα κτίρια αυτής της ψηφιακής πόλης έχουν καμπυλωτές γραμμές και στρογγυλεμένες γωνίες, χαρακτηριστικό γνώρισμα των ZHA. Στο μέλλον και άλλοι αρχιτέκτονες θα σχεδιάσουν κτίρια για το ψηφιακό βασίλειο.
Ο επικεφαλής των ZHA, Patrik Schumacher σχεδίασε την ψηφιακή πόλη με παραμετροποίηση, έναν τύπο λογισμικών που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία αρχιτεκτονικών μορφών. Το ψηφιακό σύμπαν metaverse θα λειτουργήσει έτσι ως καταλύτης για το παραμετρικό σχέδιο, με διαφορετικούς βαθμούς ελευθερίας στον αστικό σχεδιασμό των εικονικών χώρων. Σύμφωνα με τον Schumacher, η ″Liberland Metaverse″ θα μπορούσε να γίνει το πρότυπο για την πραγματική παρουσία του μικροκράτους, καθώς ο ρεαλιστικός σχεδιασμός και η φωτορεαλιστική απεικόνιση στη σύλληψη της εικονικής πόλης επιτρέπει τη μετέπειτα εφαρμογή των σχεδιασμένων metaverse χώρων στην πραγματική πόλη, σε όποια έκταση αυτό είναι επιθυμητό.
Ανάμεσα στα βασικά πλεονεκτήματα των εικονικών περιβάλλοντων είναι η παγκόσμια προσβασιμότητα και η προσαρμοστική, παραμετρική πλαστικότητά τους, ενώ γίνεται σαφές και από το ίδιο το γραφείο, ότι οι φυσικοί χώροι θα συνυπάρχουν πάντα με τους εικονικούς και ότι η συγχώνευσή τους θα συνεχίσει να ενισχύεται.

Πρόκειται για ένα έργο που έχει προκύψει από το 1ο βραβείο στο διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, δύο φάσεων, που προκήρυξε η Κυπριακή Δημοκρατία το 2016. Στην πρώτη φάση του διαγωνισμού ανάμεσα σε 129 συμμετοχές προκρίθηκαν 7 γραφεία, ενώ στη δεύτερη δόθηκαν 3 βραβεία από την 9μελή επιτροπή του διαγωνισμού στην οποία συμμετείχαν ο Sir Peter Cook και ο Ηλίας Ζέγγελης.
Το αρχιτεκτονικό γραφείο xza architects έλαβε το Α’ Βραβείο, σε ένα εμβληματικό έργο, όχι μόνο για την ανάδειξη της Κυπριακής Αρχαιολογίας και των συλλογών της διεθνώς, αλλά αφορά και έναν ευρύ αστικό σχεδιασμό για την ανάπτυξη και προβολή της Λευκωσίας.
Το 2019, το Κυπριακό Δημόσιο ανέθεσε στην αρχιτεκτονική ομάδα του 1ου Βραβείου την εκπόνηση της πλήρους μελέτης του Νέου Κυπριακού Μουσείου (Προμελέτης, Τελικής μελέτης και Μελέτης Εφαρμογής). Απαιτήθηκε ο συντονισμός από τον Αρχιτέκτονα 22 συνολικά μελετητικών ομάδων διαφόρων ειδικοτήτων, από την Κύπρο, την Ελλάδα και την Ευρώπη, ώστε να καλυφθεί με πληρότητα το εύρος όλων των απαιτούμενων ειδικών μελετών του έργου. Από το τέλος του 2021, το έργο βρίσκεται σε δημοπράτηση, οδεύοντας στην υλοποίησή του.
Το νέο μουσείο πρόκειται να φιλοξενήσει τις εξαιρετικά σημαντικές συλλογές της κυπριακής αρχαιολογίας, συμβάλλοντας στη διεθνή ανάδειξη της ιστορίας και του Κυπριακού πολιτισμού.

Λειτουργικό πρόγραμμα
Το κτίριο, επιφάνειας περίπου 27.000 m2, με υπαίθριες και αστικές διαμορφώσεις (23.000 m2) και προϋπολογισμού 102.000.000 €, περιλαμβάνει, πέρα από τις μόνιμες εκθέσεις (7.500 m2), χώρους περιοδικών εκθέσεων, εκπαιδευτικών εργαστηρίων, εστιατόριο-καφέ, εργαστήρια συντήρησης, αποθήκες αρχαιολογικού υλικού, βιβλιοθήκη, αμφιθέατρο 300 θέσεων, χώρο 380 θέσεων στάθμευσης καθώς και τη διαμόρφωση μιας μεγάλης υπαίθριας έκτασης που αρχίζει μπροστά από το Κυπριακό Κοινοβούλιο και εκτείνεται μέχρι τον Πεδιαίο Ποταμό.
Πρώτη προσέγγιση
Η ιδιαιτερότητα ενός αρχαιολογικού μουσείου είναι ότι φιλοξενεί έναν κόσμο που έρχεται από τα σπλάχνα της γης. Με αυτή την αξία τα ανακάλυψαν ξανά οι άνθρωποι, σκάβοντας τη γη για να βρουν την ταυτότητά τους. Ποιο πρέπει να είναι το νέο περιβάλλον για κάτι που έρχεται ξανά στο φως; Η μελέτη προτείνει να ανασηκωθούν από το έδαφος και να δηλώσουν την παρουσία τους στους σύγχρονους ανθρώπους.

Συνθετικές χειρονομίες
Η πρόθεση να αναδειχθούν τα αρχαιολογικά ευρήματα από την ανασκαφή και το παρελθόν στο φως και στον ενεστώτα χρόνο, οδήγησε στην ανύψωση του μουσείου, επιτρέποντας να ελευθερωθεί το ισόγειο και να αποδοθεί στην πόλη. Δημιουργείται έτσι μια νέα χωρική στρωματογραφία, που αποτελείται από τρεις οριζόντιες ζώνες. Η ανώτερη ζώνη αφορά το αιωρούμενο σώμα του μουσείου, Memory layer. Η ενδιάμεση ζώνη υποδέχεται την πόλη, City layer. Στην κάτω ζώνη, River layer, οργανώνεται μια μικρή κάτω πόλη, συγκεντρώνοντας τις καθημερινές λειτουργίες του κτιρίου.

Εξέλιξη σχεδιασμού
Οι υπερυψωμένοι όγκοι παρακολουθούν τις μακρές φυγές του περιβάλλοντος και πλάθονται για να προσαρμοστούν στο τριγωνικό οικόπεδο και στις γειτνιάσεις. Τα διαμήκη κενά μεταξύ τους επιτρέπουν τις φυγές ανάμεσα στην πόλη και το ποτάμι. Το βιοκλιματικό στέγαστρο ορίζει τον κενό χώρο και την είσοδο του κτιρίου.
Η υπερύψωση των όγκων επιτρέπει να ελευθερωθεί το επίπεδο του εδάφους για να διαμορφωθεί ο μεγάλος δημόσιος χώρος της πόλης.

Α’ Ισόγειο L0
Στο πρώτο επίπεδο, το επίπεδο της Πόλης, μια αλληλουχία διαβαθμισμένων ποιοτήτων επιτρέπει τη βίωση του κτιρίου με διαφορετικούς τρόπους. Αρχίζει με την Κεντρική πλατεία, συνεχίζει με την υπαίθρια περιοχή της στεγασμένης εισόδου που εξελίσσεται σε ένα κατακόρυφο αίθριο. Η είσοδος ανάμεσα σε δύο αίθρια επιτρέπει τις φυγές μέχρι τη φυτεμένη πλατφόρμα των υπαίθριων εκθέσεων, που καταλήγει στο νέο πάρκο του ποταμού.

Β’ Ισόγειο Β1
Στο δεύτερο επίπεδο, το επίπεδο του Ποταμού, μια μικρή ισόγεια πόλη συσπειρώνεται γύρω από το αίθριο του μουσείου, που εκβάλλουν το εστιατόριο, οι περιοδικές εκθέσεις και η βιβλιοθήκη. Αυτό εκτείνεται με τον δρόμο των Λειτουργών, που τον πλαισιώνουν η Διοίκηση και το Τμήμα Αρχαιοτήτων, προς το ποτάμι. Ενώ τα Εργαστήρια σε μια πιο ήσυχη και προστατευμένη περιφέρεια με διαμπερή φυσικό φωτισμό και δικές τους μικρές ημιυπαίθριες αυλές έχουν την καθημερινότητά τους. Στο κέντρο ο εκπαιδευτικός κήπος των παιδιών. Περίπατοι και πολιτιστικές διαδρομές φτάνουν μέχρι την κοίτη του ποταμού.

Η προσβασιμότητα είναι μελετημένη τόσο από τους ποδηλατοδρόμους όσο και από τα υπαίθρια και υπόγεια πάρκινγκ, ώστε το κτίριο να προσεγγίζεται απρόσκοπτα από τους επισκέπτες, την τροφοδοσία και της βοηθητικές υπηρεσίες εξυπηρέτησης.

Χώροι Μόνιμης Έκθεσης L1-L2
Το περιεχόμενο της μόνιμης έκθεσης καθόρισε την αρχιτεκτονική πρόταση διαχωρίζοντας τρεις χωρικές και νοηματικές ενότητες, που υλοποιούνται σε τρείς διακριτούς γλυπτικούς όγκους: ο Τόπος (η Προϊστορία) εστιάζει στη σχέση των πρώτων κατοίκων με τη γη και τους πόρους της, η Θάλασσα (το άχρονο ενδιάμεσο) διηγείται την αδιάληπτη σχέση του νησιού με το θαλάσσιο στοιχείο και ο Κόσμος (οι Ιστορικοί χρόνοι) εστιάζει στις σχέσεις και αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στους μεσογειακούς πολιτισμούς.

Η έκθεση εξελίσσεται ανά όγκο, στο ισόγειο και στο πατάρι του. Η πρόταση προσφέρει έναν ευέλικτο εκθεσιακό όγκο, και όχι μόνο μια κάτοψη, που διαβαθμίζεται στην ανθρώπινη κλίμακα με την χρήση των παταριών και εκμεταλλεύεται το κέλυφος, τους τοίχους και τα δάπεδα για την ανάπτυξη πολύμορφων μέσων της αφήγησης.
Απαιτήθηκε μακρά και έντονη συνεργασία με το Τμήμα Αρχαιοτήτων της Κύπρου, ώστε να καταλήξουν τα θέματα των αρχαιολογικών συλλογών και της μόνιμης Έκθεσης (~6000 εκθέματα) για την ολοκλήρωση της Μουσειολογικής και Μουσειογραφικής μελέτης. Ταυτόχρονα, στενή συνεργασία με τους Συντηρητές του Τμήματος, ώστε να καθοριστούν οι σύνθετες προδιαγραφές και ο εξοπλισμός των Εργαστηρίων Συντήρησης.
Σχετικά με το στατικό σχεδιασμό, οι όγκοι του μουσείου αιωρούνται πάνω από το έδαφος στηριζόμενοι σε δύο ακραίους ισχυρούς πυρήνες. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να αποφεύγονται τα ενδιάμεσα υποστυλώματα και το ισόγειο να αποδίδεται στην πόλη ελεύθερο για να φιλοξενήσει κάθε δραστηριότητα. Παράλληλα, οι εκθεσιακοί χώροι, ελεύθεροι από υποστυλώματα, επιτρέπουν την άνετη και ευέλικτη διάταξη του περιεχομένου των εκθέσεων, διευκολύνοντας την όποια αναπροσαρμογή. Φανταστήκαμε μία γέφυρα επικοινωνίας, και στατικά, ως κτίριο-γέφυρα τελικά έχει επιλυθεί το κτίριο. Η κιβωτοειδής μορφή, χρησιμοποιεί όλο το ύψος της όψης (εμφανές σκυρόδεμα υπόλευκης απόχρωσης) ως στατικό φορέα.
Ο βιοκλιματικός - ενεργειακός σχεδιασμός του κτιρίου αξιοποίησε τα κλιματικά δεδομένα με έμφαση στο φυσικό δροσισμό του κτιρίου και τη δημιουργία σκιασμένων και δροσερών χώρων στο άμεσο περιβάλλον του μουσείου. Το βιοκλιματικό στέγαστρο, το θερμομονωμένο κέλυφος των όγκων, ένα φωτοβολταϊκό σύστημα μεγάλης αποδοτικότητας και ένα μηχανολογικό σύστημα προοδευτικής παρακολούθησης των μεταβολών του περιβάλλοντος ενισχύουν την ενεργειακή απόδοση του κτιρίου, ώστε να ανταποκρίνεται στην κατηγορία του “σχεδόν μηδενικού ενεργειακού αποτυπώματος” σύμφωνα με τις απαιτήσεις της νομοθεσίας.
Επίσης, αντιμετωπίστηκαν επισταμένως τα θέματα προστασίας της περιοχής του έργου έναντι πλημμυρικών φαινομένων του Πεδιαίου ποταμού σε βάθος 200ετίας. Συγχρόνως κοινή συνισταμένη όλων των σταδίων μελέτης υπήρξε η προσπάθεια συγκράτησης του συνολικού κόστους του έργου στα καθορισμένα πλαίσια της Σύμβασης.
Πρόθεση του σχεδιασμού ήταν να συντεθεί ένα κτίριο σύγχρονο και καινοτόμο που θα αποτελέσει μια αναζωογονητική χειρονομία προς την πόλη της Λευκωσίας, θα γεννήσει νέα περιβάλλοντα, θα αποδώσει ένα σημαντικό δημόσιο χώρο και ίσως με την πάροδο του χρόνου δημιουργήσει ένα νέο κοινωνικό και πολιτιστικό πόλο στο κέντρο της πόλης.

 

Η εξοχική κατοικία βρίσκεται στην περιοχή Γαλατάς, στο χωριό Δρυοπίδα της Κύθνου. Η Δρυοπίδα είναι παραδοσιακός οικισμός της Κύθνου και βρίσκεται στο νότιο μέρος του νησιού, ανάμεσα σε δύο λόφους, προστατευμένη από τους ισχυρούς ανέμους. Το κύριο χαρακτηριστικό της Δρυοπίδας -και αυτό που την κάνει να ξεχωρίζει από τα τυπικά χωριά των Κυκλάδων- είναι οι κεραμοσκεπές, που καλύπτουν τις πετρόκτιστες κατοικίες. Σε αυτό έχει συμβάλλει η παράδοση των κατοίκων του χωριού στην κεραμική.
Η κατοικία, δύο επιπέδων και 60 m2, κτίστηκε την δεκαετία του 1890. Στόχος της πλήρους ανακαίνισής της ήταν η μετατροπή της σε μια σύγχρονη εξοχική κατοικία. Το κτίσμα αποτελείται από σαλοκουζίνα, υπνοδωμάτιο και μπάνιο στο επίπεδο του ισογείου και από εσωτερικό εξώστη και αίθριο με ανεξάρτητη πρόσβαση στο επίπεδο του ορόφου. Βασική επιδίωξη ήταν αφενός να διατηρηθούν και να αναδειχθούν όλα τα παραδοσιακά στοιχεία του κτίσματος, αφετέρου να δημιουργηθεί μια παραθεριστική κατοικία, η οποία θα διέπεται από λιτότητα και θα δίνει έμφαση στην απόλαυση της φύσης, του τόπου και του τοπίου. Εσωτερικά, η κατοικία καταφέρνει να συνδυάσει την τοπική αρχιτεκτονική με το σύγχρονο σχεδιασμό, τόσο σε επίπεδο κάτοψης όσο και στη χρήση υλικών. Το παλαιό δάπεδο από τσιμεντοπλακίδια, το οποίο συντηρήθηκε και διατηρήθηκε μετά την ανακαίνιση, προσδίδει μία ιδιαίτερη ταυτότητα στην κατοικία. Έτσι, οι αρχιτέκτονες "δανείστηκαν" τη χρωματική παλέτα, που υπήρχε ήδη στο χώρο, και την ενίσχυσαν με τα νέα πράσινα παραθυρόφυλλα, το φυσικό ξύλο, τις λεπτομέρειες πέτρας και τις γκρι αποχρώσεις του τσιμεντοκονιάματος. Με αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκε μια διάχυτη απλότητα, η οποία τονίζεται μέσα από το φυσικό αλλά και τεχνητό φωτισμό του χώρου.
Η κάτοψη της κατοικίας χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια και αυτό γίνεται ιδιαίτερα εμφανές στο χειρισμό του αιθρίου, το οποίο συνιστά το βασικό χώρο συνάθροισης, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και μία άμεση συσχέτιση του "μέσα" με το "έξω". Η χτιστή ζαρντινιέρα εκφράζει έμπρακτα αυτή την πρόθεση. Ανοίγεται ένα "παράθυρο" προς τα έξω και δημιουργείται μία πρόσκληση του φυσικού τοπίου μέσα στην κατοικία. Αξίζει να σημειωθεί πως αυτός ο χώρος παλαιότερα λειτουργούσε ως το βασικό υπνοδωμάτιο της κατοικίας, και επομένως η μετατροπή του σε αίθριο χώρο είναι μία τελείως καινούργια συνθήκη, η οποία ξεδιπλώνει νέες δυνατότητες χρήσης. Όπως σε όλα τα νησιά των Κυκλάδων, έτσι και στην Κύθνο, οι ισχυροί άνεμοι είναι χαρακτηριστικό του νησιού. Ακόμα και αν η Δρύοπιδα είναι ένας σχετικά προστατευμένος οικισμός λόγω της τοπογραφίας του, όταν τα φαινόμενα είναι πολύ έντονα, προκύπτει η ανάγκη της "κάλυψης". Έτσι, αυτό το αίθριο λειτουργεί σαν ένα κέλυφος, προστατευμένο από τον ήλιο και τους ισχυρούς κυκλαδίτικους ανέμους προσφέροντας ταυτόχρονα πολλαπλές θεάσεις.
Η ευελιξία ήταν πολύ σημαντική έννοια στο σχεδιασμό αυτής της παραθεριστικής κατοικίας. Στόχος ήταν η δημιουργία χώρων φιλόξενων και άνετων, παρά το μικρό μέγεθος του κτίσματος. Διαθέτοντας μεγάλο ύψος στο επίπεδο του ισογείου, προκύπτει η δυνατότητα εσωτερικού εξώστη, ο οποίος μπορεί να λειτουργήσει είτε ως δεύτερο υπνοδωμάτιο είτε ως χώρος γραφείου. Έχοντας αυτή την πολλαπλή λειτουργία, ο εξώστης ταυτόχρονα παρέχει οπτικές συσχετίσεις τόσο με το ισόγειο αλλά και με το αίθριο, μέσω από το παράθυρο που έχει δημιουργηθεί στον ενδιάμεσο τοίχο τους, "ανοίγοντας" έτσι ένα διάλογο ανάμεσα στους δύο αυτούς ενδιάμεσους χώρους. Η κατοικία είναι σχεδιασμένη κυρίως με κτιστά έπιπλα και ειδικές κατασκευές, έτσι ώστε να αξιοποιηθεί στο μέγιστο ο διαθέσιμος χώρος, αλλά και να τονιστεί η κυκλαδίτικη αισθητική. Ήταν σημαντική επιδίωξη, ο χώρος της κατοικίας να προσφέρει άνεση στους χρήστες, απαιτώντας από αυτούς την ελάχιστη ενασχόληση.

In company with the aphid and the grasshopper
But also the spider mite, the tiger moth, the leaf
miner,
The mole and the hover-fly
The praying mantis that devours them all,
We shall be sharing leaves, petals, sky,
in this incredible garden
both they and I transitory.

NICOSSIENSES, Niki Marangou, poet

Η ιδέα του περίκλειστου ή "μυστικού" κήπου, ως μέρος της κατοικίας, συναντάται στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Κύπρου και ειδικά της Λευκωσίας, όπου βρίσκεται η εν λόγω ιδιωτική κατοικία. Ο κήπος παραδοσιακά λειτουργούσε ως φυτώριο για καλλωπιστικά αλλά και παραγωγικά φυτά και δέντρα και εξυπηρετούσε τις "ανεπίσημες" λειτουργίες της οικιακής ζωής. Ιστορικές αναφορές ταξιδιωτών στη Λευκωσία -ήδη από τον 14ο αιώνα έως σημερινές αναφορές από σύγχρονους Κύπριους λογοτέχνες και ιστορικούς- περιγράφουν τον κήπο ως ένα χώρο, ο οποίος προστατεύεται από περίβολο και περιέχει πληθώρα καλλωπιστικών και παραγωγικών φυτών, αποτελεί σημαντικό μέρος της οικιακής ζωής, προσφέροντας μυρωδιές και ήχους, ενώ παράλληλα διαμορφώνει την αστική ιστορική ταυτότητα της Λευκωσίας. Εκτός από φυτά ο "μυστικός κήπος" μπορεί να περιλάμβανε στέρνες, διακοσμητικά σιντριβάνια, υπαίθριες κουζίνες, μικρές γωνιές ξεκούρασης, πηγάδια ή ακόμη και μικρά ατομικά χαμάμ.
Η οικογένεια, που κατοικεί στο σπίτι, εκτιμά τη στενή επαφή με διαφορετικά είδη φύσης. Ταυτόχρονα, η παρουσία κήπων, σε συνάφεια με τα διάφορα μέρη της κατοικίας, εξυπηρετεί καθημερινές πρακτικές ανάγκες, όπως τον έλεγχο της εισόδου του ήλιου στο σπίτι, τον έλεγχο της θερμοκρασίας και της ροής του αέρα. Οι διαφορετικοί προσανατολισμοί των κήπων προορίζονται για να προσφέρουν άνεση σε διάφορες εποχές του χρόνου. Ο νότιος κήπος φιλτράρει τον ήλιο κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών και προσφέρει έναν ευχάριστο εξωτερικό χώρο κατά τη διάρκεια των ηλιόλουστων χειμερινών ημερών. Ο βόρειος κήπος επιτρέπει στο ευχάριστο βορειοδυτικό αέρα της Λευκωσίας να εισέλθει στο σπίτι κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και προσφέρει στο εσωτερικό του σπιτιού σταθερό φωτισμό, κατάλληλο για διάβασμα, κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ο ανατολικός κήπος προσφέρει το ζωογόνο πρωινό ήλιο στα υπνοδωμάτια και βοηθά τους κατοίκους να ξεκινήσουν την ημέρα τους με αισιοδοξία, ενώ προσφέρει μια επέκταση των δωματίων προς τον εξωτερικό χώρο. Τέλος, ο κήπος στο κέντρο της κατοικίας είναι ένας εσωτερικός κήπος, ο οποίος προσφέρει ποιότητες εξωτερικού χώρου στο εσωτερικό της κατοικίας, ενώ διαχωρίζει ελαφρά τον ενιαίο χώρο του καθιστικού σε υπό-χώρους και διευκολύνει την κυκλοφορία. Οι τέσσερις κήποι εξυπηρετούν, επίσης, ως φυτώριο για την ανάπτυξη φυτών και την εξοικείωσή τους με το κλίμα, προτού αυτά μεταφυτευθούν στον υπόλοιπο χώρο του οικοπέδου, που περιβάλλει την κατοικία.
Τα ανοίγματα έχουν τοποθετηθεί και σχηματοποιηθεί κατάλληλα στη δυτική και ανατολική όψη της κατοικίας, προκειμένου να δημιουργούν διαμπερή αερισμό με εισροή και αύξηση της ταχύτητας του τοπικού αέρα κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, ενώ το άνοιγμα της οροφής επιτρέπει τη δημιουργία κατακόρυφου εξαερισμού και απαγωγής αέρα κατά τη διάρκεια των ημερών χωρίς ιδιαίτερο αέρα.
Ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί στην παθητική θέρμανση και ψύξη της κατοικίας. Τα υλικά στο εσωτερικό της κατοικίας έχουν επιλεχθεί, ώστε να διαθέτουν μεγάλη θερμοχωρητικότητα και να δημιουργούν μεγάλη θερμική μάζα για την διατήρηση σταθερής εσωτερικής θερμοκρασίας καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Για την κατασκευή επιλέχθηκαν ως επί το πλείστων υλικά κατασκευασμένα σε τοπικές βιοτεχνίες, όπως τσιμεντομπλόκ (concrete masonry units). Μεγάλο μέρος των υλικών έχει διατηρηθεί σε ανεπίχριστη μορφή, ενώ τα τελειώματα, όπως τα δάπεδα, έχουν κατασκευαστεί επι τόπου από τον εργολάβο. Τα σταθερά έπιπλα έχουν σχεδιαστεί από τους αρχιτέκτονες, ενώ τα κινητά έπιπλα είτε σχεδιάστηκαν από τους αρχιτέκτονες είτε αποτελούν χειροποίητες κατασκευές τοπικών εταιρειών της Λευκωσίας.

Το έργο κέρδισε το "Βραβείο καλύτερου πραγματοποιουμένου έργου" και το "Βραβείο συναδέλφων" στα Βραβεία ΔΟΜΕΣ 2020 και είναι υποψήφιο για Mies Awards 2021.

 

Ο παρών ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να βελτιώσει την εμπειρία περιήγησης.